Τι είναι η Αποφευκτική/Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής;
Η Αποφευκτική/Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής (ARFID: Avoidant Restrictive Food Intake Disorder), είναι μια διατροφική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την επίμονη αποτυχία κάλυψης των κατάλληλων διατροφικών και/ή ενεργειακών αναγκών. Σε αντίθεση με άλλες διατροφικές διαταραχές, η ARFID δεν περιλαμβάνει την ενασχόληση με το σωματικό βάρος ή το σχήμα, αλλά σχετίζεται με ορισμένα χαρακτηριστικά των ίδιων των τροφίμων.
Τα άτομα με ARFID μπορεί να αποφεύγουν ή να περιορίζουν την πρόσληψη τροφής με βάση τα αισθητηριακά χαρακτηριστικά της τροφής (όπως η υφή, η γεύση, η οσμή ή το χρώμα) ή λόγω του φόβου των αποκρουστικών συνεπειών (όπως ο πνιγμός ή ο εμετός). Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια βάρους (ή αποτυχία επίτευξης της αναμενόμενης αύξησης βάρους ή ανάπτυξης στα παιδιά), ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών, εξάρτηση από συμπληρώματα διατροφής από το στόμα ή εντερική σίτιση και έντονη παρέμβαση στην ψυχοκοινωνική λειτουργία.
Η ARFID συχνά διαγιγνώσκεται για πρώτη φορά σε παιδιά, αλλά μπορεί να επιμείνει στην ενήλικη ζωή και να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Η αναγνώρισή της και η συμπερίληψή της ως επίσημης διάγνωσης στο DSM-5 επέτρεψε πιο προσαρμοσμένες και αποτελεσματικές στρατηγικές θεραπείας για τους πάσχοντες.
Διαγνωστικά κριτήρια της Αποφευκτικής/Περιοριστικής Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής
Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών, Πέμπτη Έκδοση (DSM-5) αναφέρει τα ακόλουθα διαγνωστικά κριτήρια για την Αποφευκτική/Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής (ARFID):
Διαταραχή διατροφής ή πρόσληψης τροφής (π.χ. εμφανής έλλειψη ενδιαφέροντος για σίτιση ή την τροφή, αποφυγή με βάση τα αισθητηριακά χαρακτηριστικά της τροφής ή ανησυχία για απεχθείς συνέπειες της κατανάλωσης τροφής), η οποία εκδηλώνεται με επίμονη αποτυχία κάλυψης των κατάλληλων διατροφικών ή/και ενεργειακών αναγκών που σχετίζεται με ένα (ή περισσότερα) από τα ακόλουθα:
- Σημαντική απώλεια βάρους (ή αποτυχία επίτευξης της αναμενόμενης αύξησης του βάρους ή αδύναμη ανάπτυξη στα παιδιά).
- Σημαντική διατροφική ανεπάρκεια.
- Εξάρτηση από εντερική σίτιση ή από του στόματος χορηγούμενα συμπληρώματα διατροφής.
- Σαφή προβλήματα της ψυχοκοινωνικής λειτουργικότητας.
Η διαταραχή δεν εξηγείται καλύτερα από την έλλειψη διαθέσιμης τροφής ή από μια σχετική πολιτισμικά εγκεκριμένη πρακτική.
Η διατροφική διαταραχή δεν εμφανίζεται αποκλειστικά κατά την πορεία της νευρογενούς ανορεξίας ή της νευρογενούς βουλιμίας και δεν υπάρχουν ενδείξεις διαταραχής του τρόπου με τον οποίο βιώνεται το σωματικό βάρος ή το σχήμα του ατόμου.
Η διατροφική διαταραχή δεν αποδίδεται σε ταυτόχρονη ιατρική κατάσταση ή δεν εξηγείται καλύτερα από άλλη ψυχική διαταραχή. Όταν η διατροφική διαταραχή εμφανίζεται στο πλαίσιο άλλης κατάστασης ή διαταραχής, η σοβαρότητα της διατροφικής διαταραχής υπερβαίνει τη σοβαρότητα που συνήθως συνδέεται με την κατάσταση ή τη διαταραχή και δικαιολογεί πρόσθετη κλινική προσοχή.
Επισημαίνεται ότι πρόκειται για κατευθυντήριες γραμμές και ότι η επαγγελματική διάγνωση από εκπαιδευμένο επαγγελματία υγείας είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση της παρουσίας ARFID.
Επίδραση στις σκέψεις, τα συναισθήματα και την καθημερινή ζωή
Η Αποφευκτική/Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής (ARFID) επηρεάζει σημαντικά τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις καθημερινές δραστηριότητες ενός ατόμου με διάφορους τρόπους:
Σκέψεις: Η ARFID επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία σκέψης του ατόμου, ιδιαίτερα όσον αφορά στο φαγητό. Τα άτομα με ARFID μπορεί να παρουσιάσουν μια ακραία εμμονή σε συγκεκριμένες πτυχές του φαγητού, όπως η υφή, η γεύση, το χρώμα, η μυρωδιά ή ακόμη και ο ήχος που κάνει όταν μασιέται. Επιπλέον, μπορεί να τρέφουν ισχυρούς φόβους σχετικά με τις πιθανές αρνητικές συνέπειες του φαγητού, όπως πνιγμός, εμετός ή αλλεργική αντίδραση, ακόμη και όταν δεν υπάρχει λογική βάση για αυτούς τους φόβους. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επίμονες, εμμονικές σκέψεις, συμβάλλοντας στο συνολικό άγχος και στρες.
Συναισθήματα: Η συναισθηματική δυσφορία είναι μια σημαντική πτυχή του ARFID. Τα άτομα μπορεί να βιώνουν αυξημένα επίπεδα άγχους ή φόβου γύρω από το φαγητό και τη σίτιση, τα οποία μπορεί να είναι ιδιαίτερα έντονα κατά τη διάρκεια των γευμάτων. Η διαταραχή αυτή μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αισθήματα αμηχανίας ή ντροπής, ιδιαίτερα σε κοινωνικά περιβάλλοντα όπου εμπλέκεται το φαγητό. Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μπορεί να οδηγήσουν σε πιο γενικευμένες αγχώδεις ή καταθλιπτικές διαταραχές.
Καθημερινή ζωή: Η καθημερινή ζωή ενός ατόμου με ARFID μπορεί να διαταραχθεί σημαντικά. Επιπλοκές στην υγεία, όπως διατροφικές ελλείψεις, μειωμένη ανάπτυξη στα παιδιά και χαμηλά επίπεδα ενέργειας μπορεί να προκύψουν από την ανεπαρκή διαιτητική πρόσληψη. Η κοινωνική ζωή μπορεί επίσης να επηρεαστεί, καθώς τα άτομα μπορεί να αποφεύγουν δραστηριότητες που περιλαμβάνουν φαγητό, όπως το δείπνο με φίλους ή η συμμετοχή σε πάρτι. Επιπλέον, η διαταραχή μπορεί να προκαλέσει τεταμένες σχέσεις με τα μέλη της οικογένειας ή άλλα άτομα που βρίσκονται κοντά στο άτομο, καθώς μπορεί να μην κατανοούν πλήρως ή να μην γνωρίζουν πώς να αντιμετωπίσουν τις περιοριστικές διατροφικές συμπεριφορές του ατόμου.
Σχολική/εργασιακή απόδοση: Για τα παιδιά και τους εφήβους, η ARFID μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες συγκέντρωσης στο σχολείο λόγω της ανεπαρκούς διατροφικής πρόσληψης που επηρεάζει τη λειτουργία του εγκεφάλου. Οι ενήλικες μπορεί να αντιμετωπίσουν προκλήσεις στην εργασία τους, ειδικά εάν η εργασία τους περιλαμβάνει κοινωνικοποίηση γύρω από τα γεύματα.
Η ARFID δεν είναι απλώς ένα θέμα ” ιδιότροπης διατροφής” – είναι μια σοβαρή κατάσταση ψυχικής υγείας που απαιτεί επαγγελματική θεραπεία. Η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τα αποτελέσματα και να μειώσει τον αντίκτυπο της διαταραχής στη ζωή του ατόμου.
Παράγοντες κινδύνου της Αποφευκτικής/Περιοριστικής Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής
Η Αποφευκτική/Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής (ARFID) είναι μια περίπλοκη κατάσταση που δεν οφείλεται σε μία μόνο αναγνωρίσιμη αιτία. Αντίθετα, είναι το αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης αλληλεπίδρασης διαφόρων παραγόντων κινδύνου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται:
Γενετική: Γενετικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού ιστορικού διατροφικών διαταραχών, αγχωδών διαταραχών ή ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ARFID.
Ιδιοσυγκρασία: Τα άτομα με εκ φύσεως αγχώδη ή ανασταλτική ιδιοσυγκρασία μπορεί να είναι πιο επιρρεπή στην ανάπτυξη ARFID. Το ίδιο ισχύει και για όσους παρουσιάζουν “νεοφοβικά” χαρακτηριστικά -φοβούνται να δοκιμάσουν νέα πράγματα, ιδίως νέα τρόφιμα.
Ηλικία: Η ARFID εμφανίζεται συχνά για πρώτη φορά στη βρεφική ή πρώιμη παιδική ηλικία, συνήθως κατά την εισαγωγή στερεών τροφών.
Τραύμα: Εμπειρίες όπως ο πνιγμός, ο εμετός ή μια αλλεργική αντίδραση μπορεί να οδηγήσουν σε φόβο και αποφυγή του φαγητού.
Διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού ή ΔΕΠΥ: Τα παιδιά με αυτές τις διαταραχές έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ARFID λόγω αισθητηριακών ευαισθησιών, περιοριστικών συμπεριφορών ή δυσκολίας στην προσοχή.
Στρατηγικές πρόσληψης της Αποφευκτικής/Περιοριστικής Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής
Αν και μπορεί να μην είναι δυνατόν να αποφευχθούν όλες οι περιπτώσεις ARFID, ορισμένες στρατηγικές μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του κινδύνου και να αποτρέψουν την εξέλιξη της διαταραχής:
Έγκαιρη παρέμβαση: Ο έγκαιρος εντοπισμός και η θεραπεία της ARFID μπορεί να αποτρέψει τη διαταραχή από το να γίνει χρόνια και να διαταράξει την ανάπτυξη και την εξέλιξη.
Εκπαίδευση των γονέων: Οι γονείς θα πρέπει να γνωρίζουν τα σημεία και τα συμπτώματα της ARFID, ώστε να αναζητούν άμεσα βοήθεια. Θα πρέπει επίσης να εκπαιδεύονται για το πώς να εισάγουν μια ποικιλία τροφίμων με τρόπο που δεν ασκεί πίεση.
Προώθηση υγιεινών στάσεων απέναντι στο φαγητό: Είναι σημαντικό να καλλιεργηθεί ένα θετικό περιβάλλον γύρω από το φαγητό και τη διατροφή, δίνοντας έμφαση στην ποικιλία, την ισορροπία και την απόλαυση αντί να εστιάζουμε στο βάρος ή το σχήμα του σώματος.
Επαγγελματική καθοδήγηση: Ο τακτικός έλεγχος από παιδίατρο που μπορεί να παρακολουθεί την ανάπτυξη, την εξέλιξη και τη διατροφική συμπεριφορά του παιδιού μπορεί να βοηθήσει στην έγκαιρη ανίχνευση και παρέμβαση.
Διαχείριση του άγχους: Δεδομένου ότι το άγχος παίζει συχνά σημαντικό ρόλο στην ARFID, η εκμάθηση των παιδιών σε υγιείς τρόπους διαχείρισης του άγχους, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών χαλάρωσης, μπορεί να είναι ευεργετική.
Σημειώστε ότι, ενώ οι στρατηγικές αυτές μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο, δεν εγγυώνται την πρόληψη. Εάν παρατηρηθούν συμπτώματα ARFID, θα πρέπει να αναζητηθεί επαγγελματική βοήθεια.
Τρέχουσες Επιλογές θεραπείας
Η διαχείριση της ARFID συχνά περιλαμβάνει μια διεπιστημονική προσέγγιση, με τη συμμετοχή μιας ομάδας επαγγελματιών, συμπεριλαμβανομένων ιατρών, διαιτολόγων και ψυχολόγων. Το σχέδιο θεραπείας συνήθως περιλαμβάνει:
- Ψυχοθεραπεία: Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) είναι συνήθως η θεραπεία πρώτης γραμμής. Αυτή η θεραπεία βοηθά τους ασθενείς να εντοπίσουν τα αρνητικά μοτίβα σκέψης που σχετίζονται με το φαγητό και να τα αντικαταστήσουν με πιο υγιεινά. Για τα μικρά παιδιά, αυτό μπορεί να περιλαμβάνει παιγνιοθεραπεία.
- Θεραπεία με βάση την οικογένεια (FBT): Αυτή είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για παιδιά και εφήβους, όπου οι γονείς παίζουν ενεργό και θετικό ρόλο στη θεραπεία. Μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της διατροφικής συμπεριφοράς του παιδιού κι επίσης να παρέχει στους γονείς στρατηγικές για να υποστηρίξουν την αποκατάσταση του παιδιού τους στο σπίτι.
- Διατροφική συμβουλευτική: Ένας διαιτολόγος μπορεί να παρέχει καθοδήγηση σχετικά με την κάλυψη των διατροφικών αναγκών και τη διεύρυνση της διατροφής. Μπορεί επίσης να παρέχει πρακτικές στρατηγικές για τη σταδιακή εισαγωγή νέων τροφίμων και για να γίνουν οι ώρες των γευμάτων λιγότερο αγχωτικές.
- Φαρμακευτική αγωγή: Παρόλο που δεν υπάρχουν ειδικά εγκεκριμένα φάρμακα για το ARFID, συνυπάρχουσες καταστάσεις όπως το άγχος ή η κατάθλιψη μπορούν να αντιμετωπιστούν με φαρμακευτική αγωγή, υπό την καθοδήγηση ψυχιάτρου.
- Εργοθεραπεία ή φυσικοθεραπεία: Για τα άτομα με αισθητηριακά προβλήματα, ένας εργοθεραπευτής μπορεί να βοηθήσει το άτομο να γίνει πιο άνετο με τις υφές, τα χρώματα, τις μυρωδιές και τις γεύσεις των διαφόρων τροφίμων.
Η έγκαιρη και εντατική παρέμβαση οδηγεί συνήθως στα καλύτερα αποτελέσματα για το ARFID. Ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο σχέδιο θεραπείας, ο στόχος είναι να μειωθεί ο φόβος και το άγχος που σχετίζονται με το φαγητό και να ενθαρρυνθεί μια μεγαλύτερη ποικιλία και ποσότητα πρόσληψης τροφής.
Επιπτώσεις της ηλικίας, του φύλου και του πολιτιστικού υποβάθρου
Η ARFID μπορεί να επηρεάσει άτομα όλων των ηλικιών, φύλων και πολιτισμικών υποβάθρων, αλλά συχνότερα ξεκινά στην παιδική ηλικία και μπορεί να επιμείνει στην ενήλικη ζωή, εάν δεν αντιμετωπιστεί σωστά.
Ηλικία: Στα παιδιά, η ARFID αρχίζει συχνά κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας και είναι κάτι περισσότερο από μια απλή φάση ανησυχίας για το φαγητό. Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι σοβαρές, οδηγώντας σε απώλεια βάρους ή αποτυχία αύξησης του βάρους κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, διατροφικές ελλείψεις και εξάρτηση από συμπληρώματα ή σίτιση με σωλήνα. Οι ενήλικες με ARFID μπορεί να έχουν παρόμοια συμπτώματα και η διαταραχή μπορεί να επηρεάσει την κοινωνική και επαγγελματική τους ζωή, δημιουργώντας συχνά δυσκολίες κατά τη διάρκεια κοινών γευμάτων.
Φύλο: Από ARFID μπορεί να προσβληθούν τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες. Ωστόσο, ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να είναι πιο συχνή στους άνδρες, ιδίως σε παιδιά και εφήβους. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με άλλες διατροφικές διαταραχές, οι οποίες είναι συνήθως πιο διαδεδομένες στις γυναίκες.
Πολιτιστικό υπόβαθρο: Οι πολιτιστικοί παράγοντες μπορεί να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ARFID. Ορισμένοι πολιτισμοί έχουν συγκεκριμένες διατροφικές πρακτικές που, όταν φτάνουν στα άκρα, θα μπορούσαν να ομοιάζουν με την ARFID. Επιπλέον, σε πολιτισμούς όπου η επιλεκτική διατροφή είναι περισσότερο αποδεκτή, η διαταραχή μπορεί να μην αναγνωριστεί και να μην αντιμετωπιστεί.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ARFID, όπως όλες οι καταστάσεις ψυχικής υγείας, είναι πολύπλοκη και επηρεάζεται από μια ποικιλία βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων. Απαιτεί προσεκτική αξιολόγηση και εξατομικευμένη θεραπεία για την αντιμετώπιση των μοναδικών αναγκών του ατόμου.
Προκλήσεις και υποστήριξη από την οικογένεια και την κοινότητα
Το να ζει κανείς ή να φροντίζει κάποιον με Αποφευκτική / Περιοριστική Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής (ARFID) μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ακολουθεί μια επισκόπηση των δυσκολιών που αντιμετωπίζονται και της διαθέσιμης υποστήριξης από την οικογένεια και την κοινότητα:
Προκλήσεις:
- Κατανόηση της διαταραχής: Η ARFID δεν είναι απλώς επιλεκτική διατροφή – είναι μια σοβαρή διαταραχή που επηρεάζει τη διατροφή, την ανάπτυξη και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Ωστόσο, η κατανόηση της πολυπλοκότητας της ARFID μπορεί να αποτελέσει πρόκληση τόσο για τα άτομα με τη διαταραχή όσο και για τους οικείους τους.
- Κοινωνικές προκλήσεις: Τα άτομα με ARFID συχνά δυσκολεύονται με κοινωνικές καταστάσεις που αφορούν το φαγητό, οδηγώντας σε απομόνωση ή άγχος. Για τους γονείς και τους φροντιστές, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικό άγχος και ανησυχία.
- Επιπτώσεις στην υγεία: Οι επιπτώσεις του ARFID στην υγεία, συμπεριλαμβανομένου του πιθανού υποσιτισμού, των προβλημάτων ανάπτυξης στα παιδιά και των σωματικών επιπλοκών στους ενήλικες, μπορεί να αποτελούν συνεχή πηγή ανησυχίας για τις οικογένειες.
Η υποστήριξη κάποιου ατόμου με ARFID απαιτεί μια συνδυασμένη προσπάθεια από την οικογένεια, τους φίλους και την ευρύτερη κοινότητα του ατόμου:
Οικογενειακή υποστήριξη:
Τα μέλη της οικογένειας διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην υποστήριξη ενός ατόμου με ARFID. Ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της υποστήριξης περιλαμβάνει την κατανόηση της φύσης της ARFID και την αναγνώριση ότι πρόκειται για κάτι περισσότερο από μια απλή επιλεκτική διατροφή. Η ενημέρωση σχετικά με τη διαταραχή και τις επιπτώσεις της είναι το πρώτο βήμα. Ως κύριοι φροντιστές, ιδίως στην περίπτωση των παιδιών και των εφήβων, τα μέλη της οικογένειας μπορούν να διευκολύνουν τις συνεδρίες θεραπείας και τα διατροφικά σχέδια. Επίσης, η καλλιέργεια ενός μη επικριτικού, υπομονετικού και υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος είναι ζωτικής σημασίας.
Υποστήριξη από φίλους:
Οι φίλοι μπορούν να προσφέρουν σημαντική συναισθηματική και κοινωνική υποστήριξη. Η κατανόηση και η αποδοχή ενός φίλου μπορεί να αποτελέσει σημαντικό ανάχωμα στην κοινωνική απομόνωση και το άγχος που συχνά βιώνουν τα άτομα με ARFID. Οι φίλοι μπορούν επίσης να υπερασπιστούν τις ανάγκες τους σε κοινωνικά πλαίσια που αφορούν στο φαγητό, καθιστώντας αυτές τις καταστάσεις λιγότερο αγχωτικές.
Κοινοτική υποστήριξη:
Η ευρύτερη κοινότητα μπορεί να προσφέρει διάφορους πόρους για όσους αντιμετωπίζουν το ARFID. Οι ομάδες υποστήριξης υπό την καθοδήγηση της κοινότητας, τόσο προσωπικά όσο και διαδικτυακά, μπορούν να προσφέρουν μια πλατφόρμα για την ανταλλαγή εμπειριών, στρατηγικών αντιμετώπισης και συναισθηματικής υποστήριξης. Αυτές οι πλατφόρμες χρησιμεύουν επίσης για να καθησυχάσουν τα άτομα και τις οικογένειές τους ότι δεν είναι μόνοι τους στους αγώνες τους.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι παράλληλα με την υποστήριξη ενός ατόμου με ARFID, οι φροντιστές πρέπει επίσης να φροντίζουν για τη δική τους ευημερία. Η εξουθένωση των φροντιστών είναι μια υπαρκτή πιθανότητα και η αναζήτηση βοήθειας μέσω θεραπείας ή ομάδων υποστήριξης μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο στοιχείο της αυτοφροντίδας.
Ιστορική αναδρομή και μελλοντικές προοπτικές
Η κατανόηση της Αποφευκτικής / Περιοριστικής Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής (ARFID) και της θεραπείας της έχει εξελιχθεί σημαντικά με την πάροδο των ετών. Παλαιότερα, η ARFID συχνά παρεξηγούνταν ως απλώς επιλεκτική διατροφή ή συγκαταλεγόταν στην κατηγορία “Απροσδιόριστη Διαταραχή Σίτισης ή Πρόσληψης Τροφής” στο DSM-4. Ωστόσο, η αναθεώρηση του DSM-5 το 2013 αναγνώρισε την ARFID ως ξεχωριστή διατροφική διαταραχή, φέρνοντάς την στο επίκεντρο της προσοχής των ερευνητών και των κλινικών ιατρών και ωθώντας σε πιο εστιασμένες μελέτες και θεραπείες.
Ιστορικά, η ARFID υποδιαγνώστηκε και υποθεραπεύτηκε, αλλά η συμπερίληψή της στο DSM-5 οδήγησε σε ένα κύμα ευαισθητοποίησης και κατανόησης της διαταραχής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πιο εκλεπτυσμένα διαγνωστικά κριτήρια και πιο αποτελεσματικές θεραπευτικές προσεγγίσεις που απευθύνονται στις ειδικές ανάγκες των ατόμων με ARFID, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) και η θεραπεία με βάση την οικογένεια (FBT).
Όσον αφορά στις μελλοντικές προοπτικές, υπάρχει συνεχής έρευνα για την καλύτερη κατανόηση της ARFID, ιδίως του επιπολασμού της, της πολυπλοκότητας της συμπτωματολογίας της και των μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων της. Μπορούμε να αναμένουμε περαιτέρω βελτίωση των διαγνωστικών κριτηρίων και των θεραπευτικών παρεμβάσεων καθώς μαθαίνουμε περισσότερα για τη διαταραχή. Υπάρχει επίσης αυξανόμενη εστίαση σε στρατηγικές πρόληψης, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης παρέμβασης σε άτομα που διατρέχουν κίνδυνο και των προσπαθειών για τη μείωση του στίγματος που συνδέεται με τις διατροφικές διαταραχές γενικά.